Ανδρεύς

Ανδρεύς
Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του Ανία, επώνυμος ήρωας και βασιλιάς της Άνδρου, που του τη χάρισε ο Ραδάμανθυς όταν κυρίευσε όλα τα νησιά του Αιγαίου και υπέταξε τους πειρατές με τη βοήθεια του Α. και άλλων. 2. Γιος του Πηνειού, σύζυγος της Ευίππης, εγγονής του Αθάμαντα. Πατέρας του Ετεοκλή που αποίκισε τη βοιωτική περιοχή Ανδρεΐδα, η οποία και ονομάστηκε έτσι από τον Α.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Ἀνδρεύς — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀνδρεῖ — Ἀνδρεύς masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀνδροῖν — Ἀνδρεύς masc gen/dat dual (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀνδρέσσιν — Ἀνδρεύς masc dat pl (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀνδρέω — Ἀνδρέης masc gen sg (attic epic ionic) Ἀνδρεύς masc acc sg (epic ionic) Ἀνδρεύς masc gen sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀνδρέως — Ἀνδρέω̆ς , Ἀνδρεύς masc gen sg Ἀνδρεύς masc nom sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Андрей (мифология) — У этого термина существуют и другие значения, см. Андрей. Андрей (др. греч. Ἀνδρεύς) персонаж древнегреческой мифологии. Сын Пенея, первый человек, поселившийся в области Орхомена. В его честь страну назвали Андреида. Выделил Афаманту область… …   Википедия

  • Andrêvs — ANDRÊVS, i, Gr. Ἀνδρεὺς, έως, einer von Rhadamanths Heerführern, welchem dieser die Insel Andrus schenkete, die also auch von ihm den Namen bekommen haben soll. Diod. Sie. l. V. c. 80 …   Gründliches mythologisches Lexikon

  • Ἀνδρέα — Ἀνδρέᾱ , Ἀνδρέης masc nom/voc/acc dual Ἀνδρέᾱ , Ἀνδρέης masc voc sg (attic) Ἀνδρέᾱ , Ἀνδρέης masc gen sg (doric aeolic) Ἀνδρέᾱ , Ἀνδρεύς masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀνδρέας — Ἀνδρέᾱς , Ἀνδρέης masc acc pl Ἀνδρέᾱς , Ἀνδρέης masc nom sg (attic epic doric aeolic) Ἀνδρέᾱς , Ἀνδρεύς masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”